τσαρλατανιά

τσαρλατανιά
η , τσαρλατανισμός ο шарлатанство

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "τσαρλατανιά" в других словарях:

  • τσαρλατανιά — η, Ν [τσαρλατάνος] 1. απάτη, αγυρτεία 2. κομπογιανιτισμός …   Dictionary of Greek

  • τσαρλατανιά — η (λ. ιταλ.) 1. απάτη, αγυρτεία: Με τσαρλατανιές θέλει να κερδίσει λεφτά. 2. κομπογιανιτισμός …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»